Σάββατο 2 Δεκεμβρίου 2017

Follow the blue line ή "Πώς τερμάτισα τον πρώτο μου Αυθεντικό Μαραθώνιο"

Υπάρχει μια μπλέ γραμμή στην άσφαλτο που ενώνει τον Μαραθώνα με την Αθήνα και συγκεκριμένα με το Καλλιμάρμαρο Στάδιο κι έχει μήκος ακριβώς 42 χιλιόμετρα και 195 μέτρα. Είναι η γραμμή που χαράζει την Αυθεντική Μαραθώνια διαδρομή του Κλασσικού Μαραθωνίου της Αθήνας. Είναι ο ομφάλιος λώρος που ενώνει το αδύνατο με το δυνατό, το φανταστικό με το πραγματικό. Το όνειρο με την πραγματικότητα.
Μέχρι να καταφέρω την Κυριακή 12 Νοεμβρίου 2017 να σταθώ στην αρχή της γραμμής αυτής με όλη την απόσταση να ξετυλίγεται μπροστά μου, χρειάστηκε πρώτα να διασχίσω δεκάδες άλλες διαχωριστικές γραμμές μαζί με ένα τσούρμο δαίμονες που προσπαθούσαν μέχρι και την τελευταία στιγμή να με κρατήσουν πίσω, να με κάνουν να μείνω στο ξενοδοχείο στην Πλάκα, να μην πάω στο Σύνταγμα για να μπω στο λεωφορείο για τον Μαραθώνα.
Το πρώτο πράγμα που μου στάθηκε εμπόδιο ήταν ο ίδιος μου ο εαυτός... Η πιο φαρδιά διαχωριστική γραμμή, ο μεγαλύτερος δαίμονας από όλους, αυτός με την βαριά φωνή που με κυνηγούσε για να μου περάσει αλυσίδες στα πόδια. Αυτός ήταν εκείνος που πριν απο κάθε προπόνηση μου φώναζε: "-Πού θα πάς; Κάνει ζέστη!", άλλοτε "-Κάτσε μέσα, κάνει κρύο, πού θα τρέχεις πρωί-πρωί!" και κάθε μα κάθε φορά "-Είσαι κουρασμένος, πονάνε τα πόδια σου, κάθισε να τα ξεκουράσεις". Δεν τον άκουσα ποτέ και πάντα, μετά από κάθε προπόνηση, ένοιωθα δικαιωμένος.
Κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας  για τον Μαραθώνιο είναι αβάσταχτη η καθημερινότητα, τουλάχιστον για τους μη επαγγελματίες αθλητές. Οι υποχρεώσεις είναι πολλές, οι ώρες εργασίας αμέτρητες και κάπου εκεί πρέπει να στριμωχθούν τρεις με τέσσερις εβδομαδιαίες προπονήσεις καθώς και ασκήσεις μυϊκής τόνωσης. Ο Μαραθώνιος δεν είναι αγώνας 5 χιλιομέτρων, για να μπορέσει κάποιος να τον τερματίσει χρειάζεται προετοιμασία κι ενδυνάμωση στο σώμα. Όχι τυχαία αλλά βάσει προγράμματος ώστε η προετοιμασία να γίνεται σωστά και το σώμα να προλαβαίνει να ξεκουραστεί. Διαφορετικά μπορεί να ταπεινώσει ακόμα και τον πιο φιλόδοξο, ακόμα και τον πιο υπερφίαλο.
Προσωπικά για να μπορέσω να ανταπεξέλθω, όχι πάντα με επιτυχία, αναγκάστηκα να μειώσω τις ώρες του ύπνου μου. Δεν είναι σωστό αλλά για μένα ήταν ο μοναδικός τρόπος. Τις καθημερινές έκανα προπονήσεις αργά το βράδυ ενώ για τα long run, τις προπονήσεις πολλών χιλιομέτρων δηλαδή, κρατούσα τα Σάββατα και τις Κυριακές οπότε και ξυπνούσα πριν ακόμα ανατείλει ο Ήλιος προκειμένου να έχω τελειώσει την προπόνησή μου στις 09.30-10.00. Παράλληλα προσπάθησα να μην αφήσω τη διατροφή μου στην τύχη της, περιόρισα στο ελάχιστο στο αλκοόλ και έβγαλα από το διαιτολόγιό μου τη ζάχαρη που είναι ο νο.1 υπαίτιος για τις φλεγμονές στους μύες.
Το καλοκαίρι που δήλωσα συμμετοχή στον 35ο Αυθεντικό Μαραθώνιο Αθηνών, ήμουν φοβισμένος. Πολύ φοβισμένος. Δεν είχα ιδέα αν θα μπορούσα να ανταπεξέλθω στις απαιτήσεις της, κατά κύρια ομολογία, δυσκολότερης μαραθώνιας διαδρομής στον κόσμο. Δεν άφησα το φόβο να με νικήσει, έκλεισα αεροπορικά εισιτήρια και ξενοδοχείο ώστε να μην αφήσω στον εαυτό μου περιθώριο για πισωγυρίσματα.
Κάπως έτσι ο χρόνος άρχισε να μετρά αντίστροφα....
Ο φόβος όμως εκεί, πάντα παρόν να με συντροφεύει κάθε στιγμή που το μυαλό μου γυρνούσε κι έριχνε κρυφές ματιές στην 12η Νοεμβρίου.
Κάποια στιγμή, στις αρχές του καλοκαιριού πρέπει να ήταν, μιλούσα με την Κατερίνα από την Θεσσαλονίκη, τη φίλη μου Μαραθωνοδρόμο από το www.kapaworld.gr. Τί εκπληξη, τί ενθουσιασμός! Μου ανέφερε πως είχε κι εκείνη δηλώσει συμμετοχή! Θυμήθηκα σε μία από τις πρώτες κουβέντες που είχαμε ανταλλάξει, της είχα πει πως θα ήταν τιμή μου να τρέχαμε μαζί στον Κλασσικό της Αθήνας και να που η επιθυμία μου γινόταν πραγματικότητα και μάλιστα, εντελώς σημαδιακά στον πρώτο μου Μαραθώνιο!
Από εκείνη τη μέρα ο φόβος έγινε προσμονή κι ενθουσιασμός, δεν θα ήμουν μόνος, θα ήμουν με ανθρώπους που εκτιμώ, που με εμπνέουν, που ξέρω πως με αγαπάνε!
Ξεκίνησα προπονήσεις στα τέλη του Ιούλη. Από τη δεύτερη εβδομάδα του προγράμματος, άρχισα να κάνω συμβιβασμούς  και να χαμηλώνω τα όρια της κόπωσης γιατί το σώμα μου μού έστελνε μηνύματα πως δεν θα μπορούσε να ανταπεξέλθει. Μείωσα τις προπονήσεις υψηλής έντασης κι έδωσα βάση στην ενδυνάμωση. Προσπαθούσα να ανεβάζω τα χιλιόμετρα αλλά να κρατώ την ταχύτητα χαμηλά και κάθε φορά που ξέφευγα από τα όρια, ένοιωθα άλλοτε τα πόδια, άλλοτε τα γόνατα, άλλοτε πάλι την χτυπημένη μου μέση να μου στέλνουν προειδοποιήσεις.
Έθεσα δυο ορόσημα στον εαυτό μου. Τον Γύρο του Οροπεδίου Λασιθίου στις 6 Αυγούστου και τον Ημιμαραθώνιο Κρήτης την 1η Οκτωβρίου. Αν τερμάτιζα σ' αυτούς τους δύο απαιτητικούς αγώνες με άνεση, θα ήταν ουσιαστικά το εφαλτήριο για να τρέξω στον Αυθεντικό.
Στο Γύρο του Οροπεδίου τερμάτισα με αξιοπρέπεια παρόλο που ήμουν στην αρχή της προετοιμασίας, χωρίς σε καμία περίπτωση να είμαι ικανοποιημένος.
Για τον Ημιμαραθώνιο Κρήτης δεν χρειάζεται αν αναφερθώ καν (http://psihotherapia.blogspot.gr/2017/11/blog-post.html). Ήταν ένα υπέροχο ταξίδι που βίωσα χέρι-χέρι με την τρελοπαρέα από τη Θεσσαλονίκη! Ήταν ουσιαστικά το γεγονός που με απογείωσε για τον Αυθεντικό μιας και όλη η παρέα του Αρκαλοχωρίου θα τρέχαμε μαζί!

 Ο καιρός πέρασε γρήγορα. Την εβδομάδα του αγώνα η δουλειά με κράτησε μακριά από ξεκούραση, ένοιωυα τα πόδια μου βαριά και έναν πόνο στο δεξί μου μηρό να με απειλεί σε κάθε μου βήμα. Το Σάββατο, θες από το άγχος, θες από την κούραση που είχε πλέον συσσωρευτεί, ο πόνος έγινε πιο έντονος και άρχισαν να με ζώνουν οι δαίμονες... Το απόγευμα καθώς πίναμε καφέ στο Μοναστηράκι, ένοιωσα την πλήρη απογοήτευση. Είχα φτάσει στην πηγή και άρχισε να με κυριεύει ο φόβος πως δεν θα κατάφερνα να πιω νερό! Σε κάθε βήμα ο πόνος στο πόδι γινόταν ανυπόφορος, ένας πόνος σαν μαχαιριά, από το ισχίο μέχρι χαμηλά κάτω από το γόνατο. Έκανα διατάσεις, ήπια παυσίπονα μα τίποτα δεν μπορούσε να μου σταθεί, έστω σαν παρηγοριά.

Η θέα από το μπαλκόνι του ξενοδοχείου στην Πλάκα
Γύρισα στο δωμάτιο κι όλα έδειχναν έτοιμα να με πλακώσουν. Οι τοίχοι, το ταβάνι, τα έπιπλα… Η ώρα ήταν περίπου 9, έβαλα αλοιφή στο πόδι μου και προσπάθησα να ηρεμήσω. Με πήρε ο ύπνος κατά τις 10, ξύπνησα μετά από 2 περίπου ώρες, κατάφερα στις 2 να ξανακοιμηθώ μέχρι τις 4.30 που χτύπησε το ξυπνητήρι. Ο πόνος στο πόδι εκεί….
Ετοιμάστηκα και κατά τις 5.30 ξεκίνησα για το Σύνταγμα να συναντήσω τα παιδιά από τη Θεσσαλονίκη. Το κέντρο της Αθήνας είχε ξυπνήσει από νωρίς, παντού στο δρόμο έβλεπα άντρες και γυναίκες με αθλητικά ρούχα και παπούτσια, χαμόγελα παντού, φωνές, ενθουσιασμός! Η γιορτή είχε ξεκινήσει από νωρίς!
Περπατήσαμε πλάι-πλάι με ένα παλικάρι από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός μέχρι το μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Ήταν και για εκείνον ο πρώτος του Μαραθώνιος, ήταν ταραγμένος όπως εγώ, ένοιωσα όμορφα, σαν να μου συμπαραστεκόταν. Του ευχήθηκα «Καλό τερματισμό» και συνέχισα.
Στάθηκα στο Σύνταγμα και περίμενα να βρω κάποιον γνωστό. Είδα μια παρέα από τα Χανιά, ανταλλάξαμε χαιρετισμό κι ευχές, όλοι έβγαζαν φωτογραφίες, άλλοι βιάζονταν να μπουν στα λεωφορεία, έβλεπα όλο τον κόσμο τριγύρω τόσο ενθουσιασμένο, τόσο χαρούμενο. Είναι πράγματα που δεν μπορούν τα λόγια να τα περιγράψουν και η μορφή της πλατείας εκείνο το ξημέρωμα της 12ης Νοεμβρίου είναι ένα από αυτά.
Πλατεία Συντάγματος, 17/11/2017, 05.46!
Σε μια στιγμή άκουσα να με φωνάζουν, γύρισα προς την «Μεγάλη Βρετανία» και είδα την Ελισάβετ να έρχεται στο μέρος μου! Την αγκάλιασα με όλη μου τη δύναμη, είχα να την δω από το Αρκαλοχώρι. Γέμισαν τα πνευμόνια μου χαρά κι αγάπη! Πήγαμε στο λεωφορείο της ομάδας των παιδιών, γνώρισα τον Σέργιο, σε λιγάκι ήρθε κι ο Αλέξανδρος, ξεκινήσαμε όλοι μαζί για τον Μαραθώνα.
Είχα διαβάσει σε φόρουμ δεκάδες περιγραφές της εμπειρίας του Μαραθωνίου της Αθήνας και συγκράτησα μία που μου είχε κάνει εντύπωση: Μην κάτσεις στα πρώτα καθίσματα του λεωφορείου για Μαραθώνα αν δεν έχεις ξανατρέξει τη διαδρομή. Παρόλο που καθίσαμε με τα παιδιά στα τελευταία καθίσματα, κατάλαβα τον λόγο όταν άρχισε να ξημερώνει για τα καλά… Η διαδρομή του Αυθεντικού Μαραθωνίου είναι αποκαρδιωτική για κάποιον που δεν έχει εμπειρία! Το λεωφορείο μετά τον σταυρό της Αγίας Παρασκευής συναντούσε διαρκώς κατηφόρες, δυσάρεστο νέο για μένα που σε λίγο θα γυρνούσα προς την αντίθετη πορεία. Κάπου εκεί σηκώθηκε δίπλα στον οδηγό ένα παλικάρι από την Θεσσαλονίκη, αθλητής με συμμετοχή σε Ολυμπιακούς Αγώνες που όμως αδυνατώ να θυμηθώ το όνομά του και άρχισε να μας αναλύει τη διαδρομή. Τις δυσκολίες, τα προβλήματα, κάποια μικρά αλλά σημαντικά μυστικά.
Στο λεωφορείο προς τον Μαραθώνα
Αποκαρδιώθηκα. Απογοητεύτηκα… Κοίταξα στο απέναντι κάθισμα τον Αλέξανδρο με την Ελισάβετ, παραδίπλα τον Σέργιο, χαμήλωσα το βλέμμα στο δάπεδο του λεωφορείου… ένοιωσα κουρασμένος…. «-Τι γυρεύω εγώ εδώ….;»
Το λεωφορείο σταμάτησε και κατεβήκαμε. Αμέσως άλλαξε η διάθεσή μου. Ειλικρινά, δεν έχω ξαναδεί μεγαλύτερο ανθρώπινο πλήθος στη ζωή μου! Μια πολύχρωμη θάλασσα από άντρες και γυναίκες κάθε ηλικίας, με χαμόγελο, με φωνές που έσπαγαν την παγωνιά του ξημερώματος! Άνθρωποι σαν εμένα,
καθημερινοί που κυνηγούσαν το όνειρό τους. Ό,που κι αν κοιτούσα, στο δρόμο, στις πλαγιές του λόφου, στο στάδιο, παντού υπήρχαν άνθρωποι με πολύχρωμα ρούχα. Έκανα μια βόλτα τριγύρω και τα μάτια μου δεν μπορούσαν να χορτάσουν εικόνες. Όλες οι φυλές της γης, πρόσωπα χαμογελαστά, φωνές, γέλια, κινητά γεμάτα φωτογραφίες! Κάθε πέντε βήματα και ένας γνωστός, δρομείς που συναντώ στους τοπικούς αγώνες στην Κρήτη, παιδιά από τους συλλόγους δρομέων σε Ηράκλειο, Χανιά και Ρέθυμνο, συνεργάτες από τη δουλειά που δεν είχα καν ιδέα πως τρέχουν, ήταν όλοι εκεί, μαζί με τον Χριστόφορο Μερούση, τον Κώστα Γκελαούζο, τη Ράνια Ρεμπούλη, αθλητές που είχα την τύχη να δω για πρώτη φορά από τόσο κοντά.
Ήρθε η καρδιά στη θέση της!
Όλη η παρέα πριν την εκκίνηση! Φωτογραφία από το www.kapaworld.gr
Μετά από λίγο βρεθήκαμε με την Κατερίνα. Αγκαλιαστήκαμε, φιληθήκαμε, συμπληρώθηκε η «ομάδα του Αρκαλοχωρίου», ήμασταν ξανά όλοι μαζί και η μέρα έγινε ακόμα πιο όμορφη. Μετά τη «μαυρίλα» του λεωφορείου, με έπιασε ένας ενθουσιασμός, μια αισιοδοξία ανεξήγητη, μια βεβαιότητα πως θα τα καταφέρω, πως θα τερματίσω! Προσπαθούσα να συγκρατηθώ, είναι ιεροσυλία αυτή η βεβαιότητα και δεν είχα καμία όρεξη να τα βάλω με τους δρομικούς θεούς τέτοια μέρα!
Σταθήκαμε όλοι μαζί στην εκκίνηση, στο 10ο μπλοκ.
Ξεκινήσαμε μετά τις 09.30, τριάντα λεπτά μετά την πρώτη εκκίνηση.
 
 
Τα πρώτα χιλιόμετρα πέρασαν χωρίς να το καταλάβω. Συζήτηση με τα παιδιά, το ένα καλαμπούρι μετά το άλλο, το μυαλό μακριά από τον αγώνα! Άρχισα να συνειδητοποιώ πού βρισκόμουν και τι έκανα στο 5ο χιλιόμετρο όταν έκανα δεξιά το κεφάλι μου και είδα τον Τύμβο των Μαραθωνομάχων. Ένοιωσα δέος και συγκίνηση. Στην άκρη του δρόμου μια ηλικιωμένη κυρία τέντωσε το χέρι της και μου έδωσε ένα κλαδάκι ελιάς. Το έβαλα στην τσέπη μου και συνέχισα να τρέχω.
Ο Τύμβος των Μαραθωνομάχων
Μέχρι τη Νέα Μάκρη η διαδρομή ήταν επίπεδη. Στο χωριό οι κάτοικοι είχαν στήσει πανηγύρι! Φωνές, γέλια και χειροκροτήματα, μουσική στη διαπασών, άντε να μην πάρεις θάρρος γι’ αυτό που ακολουθεί! Ήμουν ακόμα ξεκούραστος, ο ρυθμός μου ήταν ιδανικός, χαιρόμουν την παρέα και τη διαδρομή.
Λίγο πριν τη Ραφήνα, ξεκίνησε μια απότομη κατηφόρα. Έχοντας διαβάσει την ανάλυση της Μαρίας Πολύζου για τη διαδρομή, δεν παρασύρθηκα όπως κάποιοι τριγύρω, προχώρησα συντηρητικά μέχρι τον κόμβο του οικισμού. Κόσμος μαζεμένος μας χαιρετούσε με χαμόγελο, πόση δύναμη μου έδιναν τα χαμόγελα αυτά, έβλεπα στα μάτια των παιδιών που άπλωναν το χέρι τους να χτυπήσουν το δικό μου, τα μάτια των παιδιών μου να με κοιτούν με θαυμασμό!
Στο 16ο χιλιόμετρο ξεκίνησε μια απότομη ανηφόρα. Μέχρι εκείνο το σημείο δεν είχα νοιώσει κούραση, πήγαινα πίσω από τον Αλέξανδρο την Ελισάβετ και την Κατερίνα και προσπαθούσα απλά να κρατάω τον ρυθμό τους. Τώρα όμως είχα αρχίσει να νοιώθω τα πόδια μου να καίνε. Κάπου εδώ ξεκινούσε το δύσκολο. Ο Δημήτρης, φίλος των παιδιών, πρόεδρος του ΣΔΥ Θεσσαλονίκης, προσπαθούσε να με εμψυχώσει.
«-Δεν είναι τίποτε, αυτή η ανηφόρα και μια άλλη στο 25ο και τέλειωσε η διαδρομή.» Αναθάρρησα.
Το πόδι μου με «πέθαινε» ψηλά στο ισχίο και τον γλουτό. Ο πόνος δεν είχε σταματήσει ούτε λεπτό μετά το 2ο χιλιόμετρο και όσο περνούσε η ώρα γινόταν πιο έντονος και ενοχλητικός. Σταματήσαμε με την Ελισάβετ σε δύο διασώστες στην άκρη του δρόμου και ζητήσαμε ψυκτικό. Τα γόνατά της την ταλαιπωρούσαν. Έβαλα στο πόδι μου, προσευχήθηκα να νοιώσω λίγο ανακούφιση, έσφιξα τα δόντια και συνέχισα.
Αναζήτησα την Κατερίνα. Την είδα λίγο πίσω μου. Ήταν φανερό πως ανέβαινε τον προσωπικό της Γολγοθά, έτρεξα για λίγο δίπλα της. Αν ήταν οποιοσδήποτε άλλος στη θέση της θα είχε εγκαταλείψει. Της είπα δυο κουβέντες από καρδιάς. Λίγο μετά ο Δημήτρης μου είπε πως ήταν καλύτερα να την αφήσουμε λίγο μόνη στο ρυθμό της γιατί είναι σε άσχημη κατάσταση. Δεν έφερα αντίρρηση.
Φτάσαμε στο Πικέρμι, στα μισά της διαδρομής, στο σημείο που ξεκινάει το δυσκολότερο κομμάτι του Αυθεντικού Μαραθωνίου. Σήκωσα το βλέμμα και κοίταξα μπροστά στην ευθεία και αντίκρυσα κάτι πέρα από κάθε φαντασία! Ό,που έφτανε το βλέμμα φαινόταν ένα πυκνό κύμα δρομέων! Τριγύρω το «ταπ-ταπ-ταπ» από τα πέλματα των αθλητικών παπουτσιών λες και δεν άφηνε κανέναν άλλο ήχο να φτάσει στ’ αυτιά μου, λες και δεν υπήρχε κανένας εξωτερικός παράγοντας να μπει ανάμεσα στον Αυθεντικό και σε μας που συμμετείχαμε!
Μετά από κάμποση ώρα κατάφερα να πλησιάσω ξανά τον Αλέξανδρο και την Ελισάβετ. Η ανηφόρα έφτανε μέχρι εκεί που έφτανε το βλέμμα προσπαθώντας να με αποκαρδιώσει. Τα παιδιά σταμάτησαν να τρέχουν για να περπατήσουν λιγάκι. Προσπάθησα να περπατήσω πλάι τους αλλά ο πόνος στο πόδι για κάποιο λόγο πολλαπλασιαζόταν, γινόταν ανυπόφορος. Ξεκίνησα να τρέχω πάλι, δεν υπήρχε άλλος τρόπος. Δεν τους είδα ξανά.
Λίγο μετά το Πικέρμι μου τράβηξε το βλέμμα η Μαρία, μια κοπέλα που είχε καρφώσει στα μαλλιά της ένα κλαδάκι ελιάς από τον Μαραθώνα. Τρέξαμε για λίγο δίπλα-δίπλα, πιάσαμε την κουβέντα, είχα ανάγκη να μιλήσω για να ξεχαστώ, να έχω κάποιον δίπλα. Πήγαμε έτσι μέχρι την Παλλήνη, μέχρι την ανηφόρα του 25ου χιλιομέτρου που μου είχε πει ο Δημήτρης, μετά την έχασα, απομακρύνθηκε. Ο κόσμος στην Παλλήνη ήταν συγκλονιστικός, είναι μέσα στην κουλτούρα των ανθρώπων του τόπου πως η πόλη τους βρίσκεται στο δυσκολότερο ίσως κομμάτι του αγώνα και είναι όλοι εκεί, πρόθυμοι να χαμογελάσουν, να εμψυχώσουν, να πουν μια κουβέντα που θα δώσει θάρρος!
Μετά την Παλλήνη ένοιωθα την εξάντληση να με κυριεύει αλλά δεν είχα σκοπό να το βάλω κάτω. Η απόσταση πλέον μετρούσε αντίστροφα και ήμουν σίγουρος πως θα τερματίσω με αξιοπρέπεια! Ναι, μπορεί να ήταν ιεροσυλία αλλά ήμουν πλέον σίγουρος, έβλεπα τον εαυτό μου να μπαίνει στο Καλλιμάρμαρο, είχα αρχίσει να φαντάζομαι τη στιγμή, έπλαθα εικόνες ζωντανές λες και της είχα ήδη ζήσει!
Κάπου εκεί, στο ύψος της Ανθούσας πρέπει να ήταν, πιάσαμε κουβέντα με την Έφη. Ο σωστός άνθρωπος στο σωστό σημείο! Τρελοκομείο σκέτο, γέλιο μέχρι δακρύων, η κουβέντα μας έκανε την «καταραμένη» ανηφόρα του 30ου χιλιομέτρου πιο επίπεδη!
Στο 30ο χιλιόμετρο βρίσκεται ο πιο σημαντικός ίσως σταθμός ανεφοδιασμού του Αυθεντικού Μαραθωνίου. Είναι το πρώτο σημείο που μπορεί ο δρομέας να βρει Coca Cola, το καλύτερο καύσιμο πριν χτυπήσει ο «τοίχος» της εξάντλησης. Το ήξερα, το είχα μελετήσει, το περίμενα με λαχτάρα, είναι άλλωστε το σημείο αυτό το ψυχολογικό όριο του αγώνα, το τέλος της ανηφόρας λίγο πριν υποδεχτεί τον δρομέα η Αθήνα! Ήπια λαίμαργα ένα ποτήρι αναψυκτικό, ένοιωσα αμέσως το σώμα μου να ενυδατώνεται, μου έφυγε η ζαλάδα από το κεφάλι, κοίταξα μπροστά στη ανηφόρα που ακολουθούσε με αισιοδοξία. Κοντοστάθηκα σε ένα πανό που κρεμόταν από τη γέφυρα της Αγίας Παρασκευής λίγο παραπάνω.

 
Παρόλη την κούρασή μου ξέσπασα σε γέλια! Τόσο γελοίο αλλά συνάμα τόσο δυναμωτικό! Ζήλεψα τον άνθρωπο που απευθυνόταν, ειλικρινά.
Ο πόνος στο δεξί μου πόδι είχε γίνει αφόρητος, όσο έτρεχα τόσο πονούσα αλλά σε κάθε στάση για ανεφοδιασμό τα πράγματα γινόταν ακόμα χειρότερα. Ήξερα πως αν σταματούσα έστω για λίγο, δεν θα είχα το κουράγιο να αντέξω. Ωστόσο η διάθεσή μου ήταν εκείνη που με κρατούσε, οι ανάσες μου έβγαιναν αβίαστα, η καρδιά μου είχε συνηθίσει στον ρυθμό και δεν είχα ούτε μία υποψία ζαλάδας ή αδιαθεσίας.
Λίγο μετά τη γέφυρα της Αγίας Παρασκευής συνάντησα ξανά τη Μαρία. Ήταν εξαντλημένη, πιάσαμε την κουβέντα, γνωρίστηκαν με την Έφη και συνεχίσαμε μαζί, μια παρέα!
Η διαδρομή από το 32ο χιλιόμετρο και μετά ήταν μέσα στην Αθήνα, σε γνώριμους τόπους. Χολαργός, Χαλάνδρι, Παπάγου, παντού κόσμος στους δρόμους να μας χειροκροτεί, να μας δίνει κουράγιο, το τέλος ήταν κοντά αλλά και τόσο μακριά! Κάθε χιλιόμετρο περνούσε πλέον βασανιστικά αργά, με πόνο, με συγκίνηση, με δάκρυ.
Έξω από το 401 στρατιωτικό νοσοκομείο, λίγο πριν τη γέφυρα της Κατεχάκη στο 37ο χλμ, έτρεξα πλάι σε έναν νεαρό που έσπρωχνε ένα αναπηρικό αμαξίδιο με ένα παλικάρι 14-15 χρονών. Τα μάτια μου βούρκωσαν, ήταν συγκλονιστικό. «-Είσαι παλικάρι, είσαι αστέρι, είσαι ψυχάρα!» του φώναξα και τον είδα που μέσα από τα γυαλιά του έκλαιγε. Από πόνο, από συγκίνηση; Το παλικάρι στο αμαξίδιο γελούσε με την καρδιά του και χειροκροτούσε. Κάπως έτσι πρέπει να είναι οι άγγελοι στη γη…
Η κούραση αλλά και η ανυπομονησία γιγαντώνονταν όσο περνούσε η ώρα. Κάθε 500 μέτρα η Μαρία με ρωτούσε σε πιο χιλιόμετρο βρισκόμασταν και πάντα απογοητευόταν από την απάντηση! «-Λίγο ακόμα» και «-Λίγο ακόμα, κάνε υπομονή!». Υπέφερε, την έβλεπα. Κρατιόταν από το «μαζί», μήπως κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει με όλους μετά από 40 χιλιόμετρα στον δρόμο;
Η Έφη από την άλλη, ζούσε την κάθε στιγμή! Την χαιρόμουν πραγματικά, χόρευε, τραγουδούσε, χαιρετούσε και φώναζε στον κόσμο, τραβούσε φωτογραφίες, το ζούσε με όλη της την καρδιά! Μας έδινε δύναμη να μην λυγίσουμε!
 
Στο 40ο χιλιόμετρο περάσαμε έξω από το Χίλτον και τον «Δρομέα» του Βαρώτσου. Τι ομορφιά, τι ανακούφιση! Τι προσμονή για τον τερματισμό, το Καλλιμάρμαρο ήταν κοντά!
«-Χαμογελάστε, μας παίρνουν φωτογραφίες!», άκουσα την Έφη να ψιθυρίζει και δεν μπόρεσα να συγκρατήσω ένα τρανταχτό γέλιο που βγήκε από τα στήθη μου!
Αφήσαμε πίσω το Μέγαρο Μουσικής, πανηγύρι στην πλατεία από ροκ συγκροτήματα.
«-Πόσο θέλουμε ακόμα;» με ρώτησε η Μαρία ξανά μετά από λίγο.
Κοίταξα το ρολόι μου, έγραφε «41,200», κοίταξα στο βάθος και είδα τον Εθνικό Κήπο στη συμβολή του με την Βασιλίσσης Σοφίας.
«-Τέλειωσε ο αγώνας Μαρία» της είπα. «-Τώρα τρέχουμε για τον τερματισμό!»
Στρίψαμε στην Ηρώδου Αττικού. Μια κατηφορική ευθεία ανοιγόταν μπροστά. Ίσως το ομορφότερο δρομικό χιλιόμετρο στον κόσμο!
Τα πόδια μου έβγαλαν φτερά!
Ο δρόμος στενός, δεξιά ο Εθνικός Κήπος, αριστερά το Προεδρικό Μέγαρο με τους Εύζωνες να κάνουν αλλαγή φρουράς.
Ο κόσμος μας χειροκροτούσε! Η ατμόσφαιρα μαγική, ηδονική!
Πέρα από κάθε φαντασία!
Τελευταία στροφή για το Καλλιμάρμαρο.
Ένα πανό έγραφε «250 μέτρα ακόμα»!
Έτρεχα με όλη μου την ψυχή.
Πατήσαμε στο ταρτάν του σταδίου. Το κορμί μου έτρεμε από την συγκίνηση.
Γύρισα το βλέμμα μου προς την Μαρία.
Τα μάτια της έτρεχαν σαν μικρά ποτάμια….
Λίγα μέτρα μέσα στο Καλλιμάρμαρο, μακάρι να ήταν αιωνιότητα η στιγμή.
Μακάρι να κρατούσε για πάντα αυτό το συναίσθημα.
Η στιγμή εκείνη που το όνειρο έγινε πραγματικότητα, που το «δεν μπορώ» έγινε «θέλω», «τολμώ» και «πραγματοποιώ».
Η μέρα που η μπλέ γραμμή στην άσφαλτο της Αττικής γης, ένωσε για πάντα το μυαλό και την καρδιά μου και τις έκανε φίλες καρδιακές.
Πιαστήκαμε χέρι-χέρι με την Έφη και την Μαρία και τερματίσαμε, το ρολόι μου έγραφε 5.28.04. Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω μια κραυγή να βγει από το στόμα μου. Κοίταξα ένα γύρω στο στάδιο και δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που είχα ζήσει. Όλα ήταν σαν όνειρο, σαν να πατούσα σε ένα σύννεφο, λες και η πραγματικότητα ήταν μια διάσταση που δεν υπήρξε ποτέ, που δεν με ενδιέφερε να υπάρξει. Λες και ο κόσμος μου ήταν πάντα αυτός, Μαραθώνας, Τύμβος, Φειδιππίδης, Μιλτιάδης, Αθήνα, Καλλιμάρμαρο…
Η Έφη και η Μαρία ήρθαν προς το μέρος μου, αγκαλιαστήκαμε σε κύκλο και κλάψαμε με λυγμούς. Χωρίς να υπάρχει δικαιολογία, χωρίς εξήγηση. Ήμασταν συνταξιδιώτες στο όνειρο κι αυτό ήταν αρκετό!
Τη στιγμή που μου κρεμούσε μια κοπέλα το μετάλλιο του Αυθεντικού Μαραθωνίου στο λαιμό, άκουσα το όνομά μου από τις κερκίδες. Ήταν η Ρένα και τα παιδία. Πήγα προς το μέρος τους, αγκάλιασα τα παιδιά και με έπιασε πάλι εκείνο το κλάμα το ανεξήγητο.
 
«-Τι έχεις μπαμπά, γιατί κλαίς;», με ρώτησε ο Στέφανος.
«-Γιατί είμαι ευτυχισμένος παιδί μου», του απάντησα!

Το Καλλιμάρμαρο με τα μάτια της μικρής μου!
Το κουβαλούσα στο τσαντάκι μου μαζί με τα βραχιολάκια τους
σε όλη τη διαδρομή!


 
 
 
 
 
 
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου